που είναι το παν...και στα μικρά(;) καθημερινά θαύματα που ευτυχώς δεν σταματούν να συμβαίνουν..!
καλημέρα όλη μέρα και καλή εβδομάδα σε όλους!
και κείνα που λέγανε για καλύτερα χρόνια

Ο Νικόλας Άσιμος (20 Αυγούστου 1949 - 17 Μαρτίου 1988, πραγματικό όνομα: Νικόλαος Ασημόπουλος) ήταν στιχουργός, συνθέτης και τραγουδιστής του ελληνικού ροκ και όχι μόνο. Τραγούδησε και πολλά άλλα τραγούδια σε λαϊκό ύφος. Ήταν περίπτωση ιδιαίτερα αντισυμβατικού καλλιτέχνη, κυρίως όσον αφορά τον τρόπο ζωής. Οι συμπεριφορές του και τα τραγούδια που έγραψε θεωρήθηκαν συχνά προκλητικά. Επρόκειτο για ένα έντονα πολιτικοποιημένο άτομο, που ιδεολογικά δεν ανήκε σε κάποιο χώρο. O ίδιος ποτέ δεν αποδέχτηκε την "ταξινόμηση" σε κάποια ιδεολογία. Ο Άσιμος ήταν αρχικά αριστερός, απέκτησε όμως αναρχική συνείδηση λίγο αργότερα και στη συνέχεια ξεπέρασε και τον αναρχισμό, καθώς δεν επιθυμούσε να του "κολλούν ταμπέλες".
Η πρώτη του συμμετοχή στη δισκογραφία ήταν το 1974 με το single Ρωμιός-Μηχανισμός σε ηλικία 25 χρόνων. Το 1977 φυλακίστηκε προσωρινά μαζί με άλλους πέντε εκδότες και συγγραφείς, ενώ αργότερα όλοι αποφυλακίστηκαν μετά από πρωτοβουλία του Διονύση Σαββόπουλου. Το 1978 κατατάχτηκε στον στρατό. Ωστόσο πήρε απαλλαγή στράτευσης, καταφέρνοντας να του αναγνωριστεί ότι πάσχει από σχιζοειδή ψύχωση. Η πάθησή του αυτή δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα αφού, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στην αυτοβιογραφία του, υιοθέτησε αυτή την συμπεριφορά γιατί ήταν αντίθετος προς τη στράτευση και απλά ήταν ένα σχέδιο για να την αποφύγει. Την περίοδο 1980 - 1981 έγραψε το βιβλίο Αναζητώντας Κροκάνθρωπους, το οποίο δεν εκδόθηκε επίσημα, αλλά κυκλοφόρησε από τον ίδιο σε φωτοτυπημένα αντίγραφα. Μετά τον θάνατό του, το βιβλίο κυκλοφόρησε από εκδοτικό οίκο, κάτι που ο ίδιος δεν θα ήθελε να συμβεί.
Αλλά ποιος νοιάζεται..
σκορπίζοντας ανταύγειες τα μεσάνυχτα.
Τη μέρα εκείνη ο Σινκλέρ σηκώθηκε, όπως πάντα, στις εφτά το πρωί. Όπως κάθε μέρα, σύρθηκε με τις παντούφλες του ως το μπάνιο και, ύστερα από ένα ντους, ξυρίστηκε και αρωματίστηκε. Ντύθηκε με ρούχα της μόδας, όπως συνήθιζε, και κατέβηκε στην είσοδο να πάρει την αλληλογραφία του. Εκεί ένιωσε τη πρώτη έκπληξη της ημέρας. Δεν υπήρχαν γράμματα!
Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν.
Όταν έφτασαν στην στεριά ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του.
Η Μαρία Παπαγεωργίου γεννήθηκε το 1984 στα Γρεβενά όπου και μεγάλωσε. Από τότε που θυμάται τον εαυτό της παίζει μουσική! Αυτοδίδακτη κυρίως, ξεκίνησε με αρμόνιο και συνέχισε με κιθάρα και πολλά άλλα μουσικά όργανα που ανακάλυψε στην πορεία. Από τα εφηβικά της χρόνια άρχισε να τραγουδά σε μαγαζιά της πόλης της. Το 2002 πέρασε στο Τμήμα Τραπεζικής και Χρηματοοικονομικής Διοίκησης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, από το οποίο και αποφοίτησε το 2007. Με το πρόσχημα των σπουδών της λοιπόν, βρέθηκε στην Αθήνα, για να κάνει αυτό που ονειρευόταν: να "ψαχτεί" μουσικά και να ασχοληθεί με το τραγούδι.
Το 2007 θα ξεχωρίσει στην Τρίτη Ακρόαση της Μικρής Άρκτου και την ίδια χρονιά θα τραγουδήσει στο αφιέρωμα που θα γίνει στον Ιανό για τον στιχουργό Παρασκευά Καρασούλο, δίπλα στον Παντελή Θεοχαρίδη, τη Νατάσσα Μποφίλιου κ.α.
Και κάποτε ο Ορφέας γνώρισε την Ευρυδίκη. Και την αγάπησε πάρα πολύ και εκείνη αγάπησε εκείνον. Και δεν πέρασε καιρός και αποφάσισαν να παντρευτούν. Και στο γάμο τους κάλεσαν όλους τους θεούς και όλους τους ήρωες. Όλοι ήταν χαρούμενοι για το νέο ζευγάρι. Μόνο ο Αρισταίος, ο φίλος του Ορφέα καθόταν δίπλα στη φωτιά και δεν έπινε και δε γελούσε. Μόνο κοιτούσε την Ευρυδίκη. Και την πλησίασε και της ζήτησε να μιλήσουν. Και όταν απομακρύνθηκαν από το γλέντι, ο Αρισταίος προσπάθησε να βιάσει την Ευρυδίκη, τη γυναίκα του καλύτερού του φίλου. Μα η Ευρυδίκη αντιστάθηκε και τον έσπρωξε και έτρεξε μακριά του. Και εκεί που έτρεχε πάτησε ένα φίδι και το φίδι τη δάγκωσε. Και η Ευρυδίκη πέθανε.