Να θυμάσαι πως....
Τίποτε δεν είναι στάνταρ και δεδομένο.
Από όσα βλέπεις,ακούς ή διαβάζεις πάντα να αφήνεις μέσα σου ένα κομμάτι ελεύθερο για τη δική σου γνώμη και τα δικά σου πιστεύω.
Γιατί η ελευθερία της ψυχής και της σκέψης μας είναι το παν.

Τρίτη 6 Μαΐου 2014

Η ιστορία του Cha cha


Η μουσική του σε παρασέρνει.
Με τα πρώτα βήματα η διάθεση αλλάζει, γίνεται πιο χαλαρή, πιο ελεύθερη, πιο αυθόρμητη.
Τα γρήγορα βήματα γίνονται παιχνίδι, σκέρτσο, νάζια και αυτοσχεδιασμοί...



Τα χαρακτηριστικά του Cha cha

Είδος χορού : Latin.

Ύφος-στυλ : Ζωηράδα, κινητικότητα, πάθος, αυθάδεια, πείραγμα.
Κίνηση : Σταθερή, κουβανέζικη, τo ζευγάρι κινείται στην ίδια ή στη αντίθετη κατεύθυνση ή και χωριστά.
Μουσικός χρόνος : (4/4).
Μέτρα ανά λεπτό : 30.
Συγγενείς χοροί : Mambo-Rumba-Disco-Swing-Jive.
Τονισμός : Στον 1ο χτύπο του μέτρου της μουσικής.
Dance sport : Ένας από τους 5 Latin χορούς.
Εντυπωσιάζουν : Συγχρονισμένες, απότομες κόφτες ξαφνικές και ελεύθερες κινήσεις, κρατήματα και αλλαγές ρυθμού.
Ιστορία-προέλευση : Το Cha cha προήλθε από το Μambo (Κούβα) και έγινε πολύ δημοφιλής χορός μετά το 1956 αρχίζοντας μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο να παραγκωνίζει το Mambo.
Ερμηνεία : Η έμφαση είναι στα ποδιά-γόνατα-πέλματα. Χορογραφικά δεν θα πρέπει να ταξιδεύει στον χώρο, αλλά να κερδίζει την προσοχή με τις πρωτότυπες γεμάτες φαντασία κινήσεις.




   Ιστορία Αναλυτικά

Το ΤΣΑ ΤΣΑ γεννήθηκε στην Κούβα στις αρχές του 20ού αιώνα, ταυτόχρονα με άλλους γνωστούς ρυθμούς, όπως το ντανσόν. Οι Κουβανοί μουσικοί θεωρούν πως το τσα τσα τσα συνδέεται στενά με την ιστορία του μάμπο. Ίσως, λοιπόν, γι' αυτόν το λόγο οι καλύτεροι ερμηνευτές του τσα τσα τσα είναι επίσης γνωστοί καιως καλλιτέχνες του μάμπο, όπως ο Περές Πράντο, ο Ματσίτο, ο Τίτο Πουέντε και ο Χαβιέ Κουγκάτ.

Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για την προέλευση του ονόματος του συγκεκριμένου χορού.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η λέξη σχετίζεται άμεσα με το θόρυβο που κάνουν τα πόδια κατά την εκτέλεση του χορού, όμως άλλοι ισχυρίζονται πως συνδέεται με κάποια φυτά που βγάζουν κάτι μικρά μούρα τα οποία ονομάζονται τσα τσα (σε άλλες δια­λέκτους ονομάζονται κουά κουά). Τα μούρα αυτά αποξη­ραίνονται και αξιοποιούνται στην κατασκευή ενός κρου­στού οργάνου που χρησιμοποιούν πολλά λατινοαμερικα­νικά μουσικά συγκροτήματα.
Επιπλέον, στην Αϊτή, τη χώρα που μοιράζεται το ίδιο νησί με τη Δομινικανή Δημοκρατία νοτιοανατολικά της Κούβας, στις παραδοσιακές τελετές μύησης βουντού χρησι­μοποιούνται τρία τύμπανα, ένα κουδούνι και ένα τσα τσα από το μύστη ως ένα είδος μουσικού οδηγού, μετρονόμου, για το συγχρονισμό του χορού και της Θρησκευτικής μουσικής.Αμέσως μετά την εμφάνιση του νέου μουσικού είδους, διαδόθηκε και ο χορός τσα τσα τσα.

Το τσα τσα τσα εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1948, όταν ο μουσικός Ενρίκε Χορίν επανεκτέλεσε μια μεγάλη μεξικανική επιτυχία, το «Nunca», και άρχισε να το παρουσιάζει στις συναυλίες του σε δύο διαφορετικές εκτελέσεις: Μία με το γνωστό τρόπο και τη δεύτερη με τον νέο, κατά το ήμισυ ως τραγούδι και χορό, και κατά το ήμισυ ως τραγούδι και μουσική. Το κοινό υποδέχτηκε με ενθουσιασμό τη νέα εκτέλεση και έτσι γεννήθηκε ένα νέο τραγούδι με τίτλο «La enganadora», πιθανότατα το πιο διάσημο τραγούδι τσα τσα τσα όλων των εποχών.

Την περίοδο ακμής του μάμπο, πολλοί Λατινοαμερι­κάνοι χορευτές ένιωθαν άβολα με το φρενήρη ρυθμό αυτού του χορού. Γι' αυτούς το μάμπο ερχόταν σε αντίθε­ση με τις ήρεμες, αργές κινήσεις των άλλων λατινοαμερι­κανικών χορών στους οποίους είχαν συνηθίσει.

Το 1953 η κουβανέζικη ορχήστρα America υιοθέτησε το νέο μουσικό είδος, ερμηνεύοντας κλασικές λατινοαμερι­κανικές συνθέσεις με πιο «κοφτό» ρυθμό. Όσο για το ρόλο του τραγουδιού στο νέο είδος, πρέπει να σημειωθεί ότι τη δεκαετία του '50 πλάι στις μεγάλες ορχήστρες των 20 μουσικών άρχισαν να σχηματίζονται τα πρώτα συγκροτήματα τραγουδιστών, που αποτελούνταν από τρία ή τέσσερα μέλη. Το τσα τσα τσα έφτασε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1954 και έπειτα από πέντε χρό­νια ξεπέρασε σε δημοτικότητα το μάμπο και έγινε ο πιο δημοφιλής λατινοαμερικανικός ρυθμός της δεκαετίας του '50. Στην Ευρώπη η επιτυχία του νέου είδους οφειλόταν σχεδόν αποκλειστικά στον Χαβιέ Κουγκάτ, ένα διευθυ­ντή ορχήστρας καταλανικής καταγωγής που κατέστησε εξαιρετικά δημοφιλές αυτό το «εξωτικό» είδος μουσικής.

O Κουγκάτ εισήγαγε στη Γηραιά Αλβιόνα τους νέους λατινοαμερικανικούς ρυθμούς και μαζί με αυτούς έκανε γνωστή στο ευρύ κοινό τη νεαρή σύζυγο του, την Αμπι Λέιν, η οποία είχε την τύχη να αναπληρώσει την Κάρμεν Μιράντα. Μέσα σε σύντομο διάστημα η Αμπι Λέιν έγινε η βασίλισσα του τσα τσα τσα και μάγεψε εκα­τομμύρια Ευρωπαίους. Οι καμπύλες της αιχμαλώτισαν το κοινό, το οποίο με τη σειρά του την ανέδειξε σε μία από τις πιο διάσημες προσωπικότητες της δεκαετίας του '50.




πηγή πληροφοριών:http://xoros.wikispaces.com/ & http://www.pro-dance.gr/

10 σχόλια:

  1. χορός ξεσηκωτικός και χαρούμενος. από εσένα μαθαίνω την ιστορία του και σ' ευχαριστώ γι' αυτό.
    καλό βράδυ να έρθει, σε φιλώ Άμυ μου

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. όπως ακριβώς τον περιέγραψες Βίκυ μου!
      Πολλά φιλιά και τις ευχές μου για ένα όμορφο ξημέρωμα:)

      Διαγραφή
  2. Ενδιαφέρον!!!!
    Καλή συνέχεια Άμυ μου :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Πωπωπω ποσα πολλα ενδιαφεροντα εμαθα για αυτο τον ξεφρενο χορο!!
    Λαλαλαλαλαλα..Μου φτιαχνει την διαθεση..Χεχεχ
    Καλησπερουδια Αμυ μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ενδιαφέρουσα ανάρτηση και σε ευχαριστούμε Άμυ μου!
    Φιλιά πολλά και καλό ξημέρωμα :)))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά.
    Καλό σου βραδάκι !!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Γράφουμε ελληνικά :)